ὅμιλον

ὅμιλον
ὅμῑλον , ὅμιλος
any assembled crowd
masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ANCAEUS — I. ANCAEUS Lycurgi et Antinoes filius, patriâ Tegeates, unus ex Argonautis. Hyginus, in Fab. Poeticis. c. 14. Orpheus in Argonaut. Αγκαῖον δ᾿ ἀν᾿ ὅμιλον ἀπ᾿ Αρκαδίης πολυμήλου Πς´μψε πατὴρ γηραιὸς ἐπί πλόον Αξείνοιο. Apollonius l. 1. Τρίτατός γε… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • TIGRIS — I. TIGRIS quadrupedum pulcherrima, ut pavo avium, Oppianus, Cyneget. l. 3. v. 340. Τίγριδος αὖ μετέπειτα κλυτὸν δέμας ἀείδωμεν Τῆς οὐ τερπνότερον φύσις ὤπαϚε τεχνήεςςα, Ο᾿φθαλμοῖσιν ἰδεῖν, θηρῶν μετὰ πουλυν` ὅμιλον, Τόςςον δ᾿ ἐν θήρεςςι μέγ᾿… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • όμιλος — ο (ΑΜ ὅμιλος, Α αιολ. τ. ὄμιλλος) συγκεντρωμένο πλήθος προσώπων («τοῡτ ἔπος γυναικοπληθὴς ὅμιλος», Αισχύλ.) νεοελλ. 1. σύλλογος, σωματείο, αδελφότητα (α. «ναυτικός όμιλος» β. «ιππικός όμιλος») 2. (οικον.) σύνολο επιχειρήσεων διαφόρων κλάδων που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”